Κατά το ακαδημαϊκό έτος 2023-2024, πρώτο έτος λειτουργίας του προγράμματος συνεργασίας του Ι.Κ.Υ. για την χορήγηση υποτροφιών κινητικότητας σε Έλληνες και Ελληνίδες υποψήφιους/ες διδάκτορες ελληνικών Α.Ε.Ι. σε πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα των Η.Π.Α., μεταξύ των πέντε δικαιούχων υποτροφίας ήταν και ο νέος επιστήμονας κύριος Ανδρέας Βάββος.
Ο κύριος Βάββος, ως υποψήφιος διδάκτωρ του Τμήματος Ψυχολογίας της Σχολής Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης και του Τμήματος Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Saint Andrews (Σκωτία), με κύριο πεδίο έρευνας την ανθρωπολογία της ενέργειας, συγκεκριμένα, την αιτιώδη εξήγηση του φαινομένου της εναντίωσης στην ενεργειακή μετάβαση στην Δυτική Μακεδονία και την Κρήτη, διένυσε έξι μήνες στο Rice University, Χιούστον, Τέξας, σε ένα από τα καλύτερα παγκοσμίως διεπιστημονικά ερευνητικά κέντρα περιβαλλοντικών ερευνών, το Center for Environmental Studies.
Με χαρά ενημερωθήκαμε για την επιτυχή έκβαση της έρευνάς του από την μέντορά του στο Rice University, καθηγήτρια Cymene Howe.
Επισημαίνουμε ότι ο κύριος Βάββος είχε την ευκαιρία να συμμετάσχει στο παρελθόν στο πρόγραμμα Erasmus+ μέσω του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Μας συγκινούν ιδιαιτέρως τα δικά του λόγια και τα παραθέτουμε παρακάτω:
Ο μικρός Μότσαρτ και οι κηπουροί
Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε ένα νοικοκυριό της κατώτερης μεσαίας τάξης στην Κοζάνη της Δυτικής Μακεδονίας, όπου οι γονείς μου διατηρούσαν επιχείρηση επισκευής ψυγείων. Στα δεκαοχτώ μου χρόνια, καθοδηγούμενος από την επιθυμία μου να “βοηθήσω τους ανθρώπους” και από μια ειλικρινή περιέργεια για την ανθρώπινη φύση, αποφάσισα να ακολουθήσω σπουδές ψυχολογίας. Μετακόμισα στην Κρήτη για να σπουδάσω ψυχολογία το 2011, όταν, δυστυχώς, η επιχείρηση των γονιών μου έκλεισε λόγω της κρίσης και η οικογένεια μου βρέθηκε σε δεινή θέση. Για να ανεξαρτητοποιηθώ οικονομικά, πήρα στη συνέχεια την απόφαση να εργαστώ ως διαιτητής ποδοσφαίρου, ενώ ήμουν φοιτητής. Άρχισα επίσης να εργάζομαι σε ερευνητικά προγράμματα του πανεπιστημίου. Λόγω των οικονομικών περιορισμών, είχα την τύχη να λαμβάνω δωρεάν στέγαση και σίτιση στο πανεπιστήμιο. Κατά τη διάρκεια της παραμονής μου στο Τέξας φέτος ως υπότροφος του IKY-Fulbright, συχνά επαινούσα την ελληνική πολιτεία που προσφέρει σε φοιτητές και φοιτήτριες αυτή την ανεκτίμητη βοήθεια και υποστήριξη.
Οπότε… ψυχολογία στην Κρήτη. Παρόλο που απόλαυσα τις σπουδές στη ψυχολογία, σύντομα κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ως επιστήμη επικεντρώνεται υπερβολικά στο άτομο και μεταπήδησα στην κοινωνιολογία, για να ανακαλύψω εξίσου γρήγορα ότι και η κοινωνιολογία επικεντρώνεται υπερβολικά στην κοινωνία. Μετά από αυτό, στράφηκα στην ανθρωπολογία, όπου αυτή τη στιγμή εκπονώ την διατριβή μου. Όντας από τη Δυτική Μακεδονία, τον ενεργειακό κόμβο της χώρας, ήθελα να μελετήσω ένα θέμα που θα ήταν σημαντικό για την κοινότητά μου και τον τόπο μου: έτσι, αποφάσισα να αναλύσω τους λόγους για τους οποίους οι άνθρωποι αντιτίθενται στη σημερινή ενεργειακή μετάβαση. Σε αυτό το σημείο έκανα και το πρώτο μου ταξίδι εκτός Ευρώπης, καθώς είχα την τύχη να βρεθώ, ως υπότροφος του Ι.Κ.Υ. και του Fulbright, στο Χιούστον του Τέξας. Ακόμα θυμάμαι τη Δρ Σοφία Τριλίβα, την επιβλέπουσα καθηγήτριά μου και πρώην υπότροφο του Fulbright, να με συμβουλεύει, όταν μπήκα στο γραφείο της: “Καταλαβαίνω ότι μπορεί να μην λάβεις την υποτροφία, αλλά θα πρέπει να σκεφτείς να κάνεις αίτηση”. Αργότερα, ο Δρ Daniel Knight, ο άλλος επιβλέπων καθηγητής μου, μου είπε: “Γιατί όχι το Πανεπιστήμιο Rice στο Χιούστον; Είναι η προφανής επιλογή για εσένα”.
Έτσι, εργάστηκα στο Κέντρο Περιβαλλοντικών Ερευνών του Πανεπιστημίου Rice, όπου απέκτησα πολύτιμες διεπιστημονικές δεξιότητες, μελέτησα και συνεργάστηκα με πολύ εργατικούς μεταπτυχιακούς φοιτητές- τριες και καθηγητές-τριες και γνώρισα τη φιλικότητα και την φιλοξενία των ανθρώπων στον Νότο της Αμερικής. Αλλά ως ερευνητής στον τομέα της ενέργειας, τίποτα δεν θα μου μείνει πιο αξέχαστο από την ευκαιρία να ζήσω στο Χιούστον: την ενεργειακή πρωτεύουσα του κόσμου.
Μπορώ μόνο να εκφράσω τα συγχαρητήριά μου και την ευγνωμοσύνη μου στο Ι.Κ.Υ. και το Ίδρυμα Fulbright για την παροχή χρηματοδότησης σε ερευνητές-τριες κοινωνικών επιστημών και αισθάνομαι προνομιούχος που μου δόθηκε αυτή η ευκαιρία. Σε μια εποχή όπου η χρηματοδότηση για τις κοινωνικές επιστήμες γίνεται όλο και πιο σπάνια, πρόκειται για μια αξιέπαινη απόφαση. Ως ερευνητές-τριες στον τομέα της ενέργειας, γνωρίζουμε ότι, ενώ η τεχνική γνώση είναι ζωτικής σημασίας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, δεν επαρκεί από μόνη της. Χρειαζόμαστε απεγνωσμένα κοινωνιολογικά, ψυχολογικά, ανθρωπολογικά και διεπιστημονικά εργαλεία για να εξετάσουμε κριτικά το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο στο οποίο εφαρμόζονται αυτές οι τεχνολογικές ανακαλύψεις. Αυτό δεν είναι ζωτικής σημασίας μόνο για τους ερευνητές. Είναι ζωτικής σημασίας και για την αντιμετώπιση των ίδιων των περιβαλλοντικών κρίσεων.
Ως ερασιτέχνης ηθοποιός, θα ήθελα να κλείσω αυτή την ομιλία με ένα από τα αγαπημένα μου αποσπάσματα από το βιβλίο “Άνεμος, άμμος και αστέρια”, τα απομνημονεύματα του Αντουάν ντε Σεντ-Εξυπερύ. Καθώς ταξίδευε με το τρένο, ο Εξυπερύ είδε ένα χαριτωμένο παιδάκι στην αγκαλιά των Πολωνών γονιών του, οι οποίοι ήταν μετανάστες εργάτες και φαινόταν να έχουν υποστεί κακουχίες λόγω της φτώχειας. Κοιτάζοντας κατάματα το παιδί, ο Εξυπερύ σκέφτεται:
Αυτό είναι το πρόσωπο ενός μουσικού. Αυτό είναι το παιδί Μότσαρτ. Αυτή είναι μια ζωή γεμάτη όμορφες υποσχέσεις. Όταν από μετάλλαξη γεννιέται ένα νέο τριαντάφυλλο σε έναν κήπο, όλοι οι κηπουροί χαίρονται. Απομονώνουν το τριαντάφυλλο, το φροντίζουν, το καλλιεργούν. Αλλά δεν υπάρχει κηπουρός για τους ανθρώπους. Αυτός ο μικρός Μότσαρτ θα διαμορφωθεί όπως οι υπόλοιποι από την κοινή μηχανή σφράγισης. Αυτός ο μικρός Μότσαρτ θα αγαπήσει την άθλια μουσική μέσα στη δυσωδία των νυχτερινών καταγωγίων. Αυτός ο μικρός Μότσαρτ είναι καταδικασμένος (…) Και δεν ήταν σε καμία περίπτωση η φιλανθρωπία που με βασάνιζε (…) Αυτό που με βασάνιζε ήταν η προοπτική του κηπουρού. (…) Σε κάθε άνθρωπο, κατά κάποιον τρόπο, υπάρχει ένας δολοφονημένος Μότσαρτ”.
Με αυτό τον τρόπο θα ήθελα να ευχαριστήσω τους δικούς μου κηπουρούς, τους γονείς μου, τους επιβλέποντες καθηγητές μου, το ελληνικό κράτος, το Ι.Κ.Υ. και το Ίδρυμα Fulbright, που στήριξαν το ταξίδι μου στον ακαδημαϊκό χώρο.